«Ψηλά βράχια πάνω από τη θάλασσα, κρυφοί ορμίσκοι και σπηλιές για εξερευνήσεις, ένα μικρό χωριό όπου ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει και μία καταπράσινη φύση, γιομάτη μυρωδιές από ελίχρυσο και δεντρολίβανο. Καλώς ήρθατε στα Αντικύθηρα, ένα μικρό ελληνικό νησί κοντά στη (μεγαλύτερη) Κρήτη. Βρίσκεται ακριβώς νότια της Πελοποννήσου (με το πλοίο απέχει περίπου τέσσερις ώρες από τη Λακωνία στην Πελοπόννησο και 2 ώρες από την Κρήτη). Aυτό το μαργαριτάρι των Ιονίων Νήσων είναι μία βραχώδης γη, άγρια, πλούσια σε παρθένα φύση που καλύπτει το σύνολο των είκοσι τετραγωνικών χιλιομέτρων που καλύπτει. Με τα κρυστάλλινα νερά της, είναι ιδανική για καταδύσεις, αλλά και για διακοπές στη θάλασσα μακριά από το συνηθισμένο πλήθος των πιο δημοφιλών προορισμών της Ελλάδας. Είναι ο τέλειος προορισμός για να χαλαρώσετε, να αισθανθείτε έξω από τον κόσμο, βυθισμένοι στην απόλυτη γαλήνη», τονίζει στο κείμενό της η εφημερίδα.
Όπως υπογραμμίζει η La Repubblica, «το νησί αυτό, με λίγα λόγια, δεν έχει τίποτα να ζηλέψει τις πιο διάσημες νήσους των Κυκλάδων, όπως η Πάρος, η Μύκονος και η Σαντορίνη, που και μεγαλύτερα είναι, γεμάτα αξιοθέατα και μοντέρνες υποδομές, και έχουν γίνει απόλυτοι τουριστικοί προορισμοί για τους λάτρεις της νυχτερινής ζωής. Όμως, από την πλευρά τους, τα Αντικύθηρα αντιπροσωπεύουν το πιο αυθεντικό πρόσωπο της Ελλάδας».
Συνεχίζοντας την παρουσίαση του νησιού, η ιταλική εφημερίδα στέκεται επίσης στο γεγονός ότι τα Αντικύθηρα αποτελούν ακόμη έναν ξεχασμένο προορισμό: «Ωστόσο, κανείς δεν τα γνωρίζει, οι τουρίστες τα σνομπάρουν, ακόμη και οι ίδιοι του οι κάτοικοι φαίνεται να τους έχουν γυρίσει την πλάτη. Στο νησί, στην πραγματικότητα, υπάρχουν μόνο σαράντα κάτοικοι - και ούτε καν ένα παιδί – και συγκεντρώνονται όλοι τους στον κύριο οικισμό της νήσου, τον Ποταμό (που είναι και ο λιμένας)».
Η εφημερίδα αναφέρεται επίσης και στα κίνητρα που έχουν αρχίσει να λαμβάνονται για να επανακατοικηθεί ο μικρός τούτος Παράδεισος: γη για να καλλιεργήσουν όσοι επιθυμούν να εγκατασταθούν εκεί και ένα μηνιαίο επίδομα 500 ευρώ για τα πρώτα τρία χρόνια. Όπως προσθέτει, δεν υπάρχει όριο, τουλάχιστον στο αρχικό τούτο στάδιο, για τον αριθμό των αιτήσεων και ήδη τέσσερις οικογένειες έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον και εγγράφηκαν στο πρόγραμμα.
Συνεχίζοντας το οδοιπορικό της στο νησί, η ιταλική εφημερίδα ενημερώνει τον αναγνώστη πως «ανάμεσα στους ψηλούς βράχους και τα άγρια εδάφη, κρύβονται επίσης πραγματικά θαύματα. Όπως το κάστρο της, η αρχαία οχυρωμένη πόλη που χτίστηκε στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. και στις αρχές του 3ου αι. π.Χ., σκαρφαλωμένο στο βόρειο τμήμα, πάνω από τον κόλπο του Ξεροπόταμου, που κάποτε ήταν το λιμάνι της πόλης. Περιτριγυρισμένο από ψηλά τείχη, ανάμεσα στα πολυάριθμα ερείπια του, το κάστρο προσφέρει ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο. Στην περιοχή του λιμανιού έχει ανασκαφεί επίσης ένας ναός του Απόλλωνα, όπου εντοπίσθηκε και ένα μαρμάρινο άγαλμα αφιερωμένο στον θεό, που τώρα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Τόσο το λιμάνι όσο και η οχυρωμένη πόλη βρίσκονται σε άριστη κατάσταση και συνιστούν μία θαυμάσια αρχαιολογική διαδρομή. Ανάμεσα στα ιστορικά αξιοθέατα των Αντικυθήρων μπορεί κανείς να κατατάξει και τους πολυάριθμους μύλους τους, που κινούνται από τον άνεμο ή το νερό, ξεκινώντας από τον σημαντικότερο από αυτούς, τον παλιό μύλο του Ποταμού που χρονολογείται από τον 19ο αιώνα».
Αναφορικά με τα ιστορικά μνημεία των Αντικυθήρων, ιδιαίτερη μνεία κάνει η Repubblica, «στα εκπληκτικά ευρήματα που ανακτήθηκαν από ένα αρχαίο ναυάγιο, συμπεριλαμβανομένου του χάλκινου αγάλματος του ομώνυμου «Εφήβου» και του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, ενός οργάνου, που θεωρείται από πολλούς ως ένα πρώτο, εμβρυακό υπόδειγμα υπολογιστή».
Και φυσικά, στην κατακλείδα του οδοιπορικού της Repubblica, δεν μπορεί να λείπει ο έπαινος για τις πανέμορφες παραλίες των Αντικυθήρων, «που είναι λίγες, αλλά προστατευμένες. Κι εκεί έγκειται η ομορφιά τους. Οι πιο ενδιαφέρουσες είναι αυτές του Ξηροποτάμου και του κόλπου της Καμαρίλλας. Τα σμαραγδένια τους νερά, οι χρυσαφένιες αμμουδιές, ή τα ολόλευκά τους βότσαλα, συνθέτουν την τέλεια καρτ-ποστάλ για την ελληνική νήσο.