Στο πλαίσιο των προετοιμασιών, η αυστραλιανή αεροπορική εταιρεία Qantas ανακοίνωσε τρεις δοκιμαστικές πτήσεις, με 40 άτομα που θα ταξιδέψουν απευθείας από το Λονδίνο ή τη Νέα Υόρκη στο Σίδνεϊ, για να δουν πώς το ανθρώπινο σώμα αντιμετωπίζει 19 ώρες συνεχόμενης παρουσίας στον αέρα.
Ο Qantas ανακοίνωσε το στόχο της να διεξάγει απευθείας πτήσεις μεταξύ Λονδίνου, Νέας Υόρκης και τριών αυστραλιανών πόλεων - του Σίδνεϊ, του Μπρίσμπεϊν και της Μελβούρνης - μέχρι το 2023.
Σύμφωνα με το cnn.com, οι δοκιμαστικές πτήσεις που έχουν προγραμματιστεί για τους μήνες Οκτώβριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο θα φέρουν την αεροπορική εταιρεία πιο κοντά στον εν λόγω στόχο και θα δώσουν τη δυνατότητα στην Qantas με τη βοήθεια ιατρικών εμπειρογνωμόνων, να ελέγξει τις επιπτώσεις στην υγεία των επιβατών και του πληρώματος.
Εφόσον η 19ωρη πτήση γίνει πραγματικότητα, είναι πιθανό να κοστίσει περισσότεροι στους ταξιδιώτες, καθώς θα ήταν οικονομικότερο για την αεροπορική εταιρεία να κάνει δύο ξεχωριστές πτήσεις. Ομως, μερικοί άνθρωποι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν την επιπλέον τιμή αυτού του εισιτηρίου.
Πριν ξεκινήσουν οι δοκιμές αργότερα φέτος, τρία ολοκαίνουρια Boeing 787-9 Dreamliners, θα πετάξουν απευθείας από τη γραμμή παραγωγής του εργοστασίου της Boeing στο Σιάτλ είτε στο Λονδίνο είτε στη Νέα Υόρκη.
Μετά τις δοκιμαστικές πτήσεις - δύο από τη Νέα Υόρκη, μία από το Λονδίνο - τα νέα αεροσκάφη θα εισέλθουν στην εμπορική υπηρεσία. Τα περισσότερα άτομα που θα συμμετέχουν στις δοκιμαστικές πτήσεις θα είναι υπάλληλοι της Qantas, επομένως οι θέσεις δεν θα είναι διαθέσιμες προς το κοινό.
Οι ερευνητές του Κέντρου Charles Perkins του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ, του Πανεπιστημίου Monash και του Συνεργατικού Κέντρου Ερευνών Ασφάλειας και Παραγωγικότητας - ένα επιστημονικό πρόγραμμα που υποστηρίζεται από την κυβέρνηση της Αυστραλίας - θα εξετάσουν τον αντίκτυπο της μακράς πτήσης σε όσους βρίσκονται σε αυτήν.
Οι επιβάτες στην κύρια καμπίνα θα φορούν συσκευές παρακολούθησης και οι εμπειρογνώμονες από το Κέντρο Charles Perkins θα μελετήσουν πώς επηρεάζεται «η υγεία, η ευεξίας και το ρολόι του σώματος» από ένα σύνολο μεταβλητών στις οποίες περιλαμβάνονται ο φωτισμός, το φαγητό, η κίνηση, η ψυχαγωγία ή ο ύπνος.
Οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου Monash θα επικεντρωθούν στο πλήρωμα της πτήσης, καταγράφοντας τα επίπεδα μελατονίνης πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τις πτήσεις, καθώς και μελετώντας τα δεδομένα των εγκεφαλικών κυμάτων από συσκευές ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος που θα φορούν οι πιλότοι.
Αυτές οι πληροφορίες θα κοινοποιηθούν στη συνέχεια στην Αρχή Ασφάλειας Πολιτικής Αεροπορίας «για να βοηθήσουν στην ενημέρωση των κανονιστικών ρυθμίσεων που σχετίζονται με τις πτήσεις μεγάλων αποστάσεων», ανέφερε η Qantas σε δελτίο τύπου.
Ο Αλαν Τζόις, διευθύνων σύμβουλος της Qantas Group, δήλωσε: «Η πτήση σε πολύ μακρινές αποστάσεις παρουσιάζει πολλά ερωτηματικά σχετικά με την άνεση και την ευημερία των επιβατών και του πληρώματος. Οι δοκιμές αυτές οθα παρέχουν πολύτιμα στοιχεία και απαντήσεις».
«Για τους πελάτες, το κλειδί θα είναι η ελαχιστοποίηση του τζετ λαγκ και η δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου θα τους προσφέρει μια ξεκούραστη, ευχάριστη πτήση. Για το πλήρωμα, το ζητούμενο είναι η χρήση της επιστημονικής έρευνας για να καθοριστούν οι βέλτιστες δυνατές συνθήκες που θα το βοηθά να βρίσκεται σε εγρήγορση την ώρα της υπηρεσίας του και παράλληλα θα μεγιστοποιήσει το χρόνο της ξεκούρασής του κατά τη διάρκεια αυτών των πτήσεων» εξήγησε ο Τζόις.
Για κάποιους, πάντως, η προοπτική μιας 19ωρης πτήσης χωρίς στάση μπορεί να ακούγεται ανυπόφορη.
Η μεγαλύτερης διάρκειας πτήση παγκοσμίως αυτή τη στιγμή είναι αυτή που συνδέει τη Σιγκαπούρη με τη Νέα Υόρκη, σε ένα ταξίδι 17 ωρών που εκτελείται από τη Singapore Airlines.