Ηταν το Μάιο του 2013 όμως που ένα γλυκό, ένα νέο ελκυστικό γλύκισμα, θα σάρωνε το διαδίκτυο σε χρόνο μηδέν. Το όνομα αυτού; Κρόνατ! Ενας Γάλλος σεφ στη Νέα Υόρκη είναι ο πατέρας μιας λιχουδιάς που έβγαλε εκατοντάδες ανθρώπους στο δρόμο, σχηματίζοντας ουρές έξω από το μικρό ζαχαροπλαστείο του, στην ήσυχη οδό Σόχο για το υβρίδιο κρουασάν και ντόνατ.
Το υβρίδιο με τη γαλλική φινέτσα
Ο Ντομινίκ Ανσέλ πειραματιζόταν επί δύο ολόκληρους μήνες, δοκιμάζοντας 10 διαφορετικές συνταγές πριν καταλήξει στο γλυκό που αποτέλεσε το πιο διάσημο του 2013 και μια από τις 25 γαστρονομικές ιδιοφυείς συλλήψεις για την ίδια χρονιά, σύμφωνα με το περιοδικό Time.
«Πριν από έξι χρόνια, δεν είχα ιδέα για όσα επρόκειτο να συμβούν και πως ένα μικρό γλυκό θα μπορούσε να αλλάξει τη ζωή μου και να φέρει τόσους πολλούς ανθρώπους κοντά» σχολιάζει ο Γάλλος σεφ, που βρέθηκε ανήμερα των γενεθλίων του κρόνατ στο σημείο μηδέν της δημιουργίας στην οδό Σόχο, όπου μοίρασε στον κόσμο μερικές από τις λαχταριστές λιχουδιές του.
Κι ήταν αλήθεια. Ο Γάλλος που έφτασε στη Νέα Υόρκη με δύο βαλίτσες και πολλά όνειρα θα έβλεπε την καριέρα του να εκτοξεύεται και το όνομά του και κυρίως το όνομα του νέου γλυκού του, να γίνεται συνώνυμο της γαστρονομικής φρενίτιδας σε όλο τον κόσμο.
Η ανάρτηση για το κρόνατ που έγινε viral
Λίγες ώρες αφότου το κρόνατ μπήκε στις προθήκες του μικρού ζαχαροπλαστείου, πριν από έξι χρόνια, μια food blogger έγραψε για το νέο γλυκό της πόλης, το μείγμα του αμερικανικού ντόνατ με το φινετσάτο παραδοσιακό κρουασάν.
Το post της διαμοιράστηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης περισσότερες από 140.000 φορές μόνο την πρώτη μέρα που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο. Στον πρώτο κιόλας μήνα, ουρές μέτρων σχηματίζονταν έξω από το ζαχαροπλαστείο με foodies που ήθελαν να δοκιμάσουν το νέο γλύκισμα.
Το κατάστημα αναγκάστηκε να βάλει... πλαφόν στα γλυκά που μπορούσε να αγοράσει ένας πελάτης, που είχε δικαίωμα να προμηθευτεί ως 6 κρόνατ κάθε φορά, προκειμένου να μπορέσει να προμηθευτεί όσο γίνεται περισσότερος κόσμος το διάσημο γλυκό.
Η επιτυχία του εγχειρήματος ήταν τέτοια που δυο χρόνια αργότερα, ο Ανσέλ άνοιξε ένα δεύτερο μαγαζί στη Νέα Υόρκη και το 2016 άνοιξε ένα νέο ζαχαροπλαστείο στο Λονδίνο. Σήμερα, ο Γάλλος σεφ διαθέτει τρία καταστήματα – εκ των οποίων το ένα εστιατόριο – στη Νέα Υόρκη, και δύο ακόμη ζαχαροπλαστεία στο Λος Αντζελες.
Τι είναι όμως το Κρόνατ;
Οπως το υποδηλώνει το όνομά του, πρόκειται για ένα υβρίδιο μεταξύ του στρογγυλού και λαχταριστού ντόνατ και του κρουασάν. Μια ξεχωριστή ζύμη για κρουασάν, που φυσικά διαθέτει τα δικά της μυστικά, προετοιμάζεται και αφήνεται να ξεκουραστεί.
Δείτε στο βίντεο πώς φτιάχνεται το κρόνατ
Το ζυμάρι με τις αφράτες στρώσεις κόβεται σε σχήμα ντόνατ και τηγανίζεται σε λάδι από το κουκούτσι σταφυλιού. Ζεστό ακόμη, περνά από κρυσταλλική ζάχαρη και στη συνέχεια γεμίζει με κρέμα. Τέλος, γαρνίρεται με γλάσο και βγαίνει προς πώληση. Ενα μικρό κρόνατ δεν θα μείνει στο ράφι περισσότερες από 13 ώρες, ενώ συστήνεται να καταναλώνεται ολόφρεσκο. Η διαδικασία παρασκευής του κρόνατ, σύμφωνα με τον σεφ, διαρκεί τρεις ολόκληρες ημέρες.
Εκτοτε, ο Γάλλος σεφ καθιέρωσε μια διαφορετική γεύση στην κρέμα και το γλάσο του κρόνατ για κάθε μήνα του χρόνου. Φυσικά, δεκάδες ήταν εκείνοι που αντέγραψαν τη σύλληψη του σεφ, χωρίς βέβαια να μπορούν να χρησιμοποιήσουν το έξυπνο όνομα κρόνατ, το οποίο ο Ανσέλ έχει κατοχυρώσει.
Ο ελληνικός αντίλογος στο κρόνατ
Λίγο αφότου το κρόνατ κατακτούσε τον κόσμο, ένας Ελληνας στη Θεσσαλονίκη θα εμπνεόταν τη δική του, ελληνική υβριδική συνταγή γλυκού. Το ένα συστατικό, εκείνο του γαλλικού κρουασάν παρέμενε το ίδιο. Ωστόσο, στην χώρα μας και δη στη Θεσσαλονίκη αντί του ντόνατ, ήταν απόλυτα φυσικό η έμπνευση να είναι ένα άλλο, κλασικό και ιδιαίτερα δημοφιλές γλύκισμα. Η μπουγάτσα!
Και εγένετο μπουγατσάν. Ενα γλύκισμα που σέρβιρε την απολαυστική κρέμα της γλυκιάς μπουγάτσας σε αφράτο και λαχταριστό κρουασάν. Η ιδέα γνώρισε τεράστια επιτυχία τόσο στη συμπρωτεύουσα, όσο όμως και στα social media. Πριν από κάποια χρόνια, το μπουγατσάν κατέβηκε και στην πρωτεύουσα για όσους ήθελαν να το δοκιμάσουν και στην Αθήνα.
Πηγή: iefimerida