Πέμπτη, 15 Φεβρουαρίου 2018 09:50

Μοναδικά έθιμα της Κ. Δευτέρας από διάφορες περιοχές της Ελλάδας - Iδέες για «αποδράσεις»

Μοναδικά έθιμα της Κ. Δευτέρας από διάφορες περιοχές της Ελλάδας - Iδέες για «αποδράσεις»

Η Καθαρά Δευτέρα σημάνει το τέλος των ξέφρενων εορτασμών του Τριωδίου, καθώς η μέρα αυτή συμβολίζει την πνευματική και σωματική «κάθαρση» πριν από την κατάνυξη της Μεγάλης Σαρακοστής.

Αν ο καιρός το επιτρέπει, την Καθαρά Δευτέρα η εξοχή έχει την τιμητική της, καθώς ο ουρανός γεμίζει χαρταετούς, τα τραγούδια και οι χοροί κυριαρχούν, ενώ τα τραπέζια γεμίζουν από σαρακοστιανά εδέσματα.

Μάλιστα, πολλές περιοχές της Ελλάδας έχουν τα δικά τους ξεχωριστά έθιμα για τη γιορτή της Καθαράς Δευτέρας.

Για εσάς λοιπόν που δεν μπορείτε να εκμεταλλευτείτε την ευκαιρία του τριημέρου, αλλά θέλετε να αποδράσετε από την καθημερινότητα έστω και με μια μίνι εκδρομή, το travel.eleftheriaonline επέλεξε κάποιους προορισμούς, συνδυάζοντας την ημέρα με μια όμορφη «απόδραση».

Ας τους δούμε:

Του Κουτρούλη ο γάμος

Το κυρίαρχο έθιμο του τριημέρου της Αποκριάς στη Μεθώνη είναι η αναβίωση του «γάμου».

Το έθιμο αυτό έχει τις ρίζες του στις αρχές του 14ου αιώνα. Ο καβαλλάριος (ιππότης) κυρ Ιωάννης ο Κουτρούλης, που πιθανώς ζούσε στη Μεθώνη, συγκατοίκησε με γυναίκα που είχε φύγει από το συζυγικό σπίτι μετά από σκάνδαλο, όπως φαίνεται. Η μη νόμιμη αυτή συγκατοίκηση τράβηξε την προσοχή της εκκλησίας, η οποία αφόρισε τη γυναίκα.

Πέρασαν εν τω μεταξύ 17 χρόνια, και ο Κουτρούλης, μη εννοώντας να απομακρυνθεί από τη γυναίκα, πάντοτε προσπαθούσε να του επιτραπεί να την παντρευτεί νόμιμα. Πόσο μεγάλο θα ήταν το σκάνδαλο, και επομένως πόσο γνωστό στη μικρή κοινωνία της Μεθώνης, ο καθένας το φαντάζεται. Ο νόμιμος και πρώτος σύζυγος που αντιδρούσε, για δεκαεφτά χρόνια βασάνιζε τον Κουτρούλη. Τα πράγματα όμως μεταβλήθηκαν το Μάιο του 1394. 

Ο Πατριάρχης Αντώνιος ο Δ’, στον οποίο η αφορισθείσα παρουσίασε διαζύγιο που είχε γίνει επί του εν τω μεταξύ αποθανόντος επισκόπου Μεθώνης Καλογεννήτου, με το οποίο ο γάμος θεωρούνταν νομίμως διαλελυμένος, αναγνώρισε το δίκιο της και με γράμματά του και προς τον μητροπολίτη Μονεμβασίας και τον επίσκοπο Μεθώνης επίτρεψε την με τις ευχές της εκκλησίας τέλεση του γάμου, εάν όμως αποδεικνυόταν ότι ο Κουτρούλης δεν είχε καμιά ιδιαίτερη σχέση με τη γυναίκα, με την οποία συγκατοικούσε, για όσο αυτή ζούσε με τον πρώτο σύζυγό της.

Τι αποδείχτηκε δεν ξέρουμε φαίνεται όμως ότι η ανάκριση των ιεραρχών πιστοποίησε την αθωότητα του Κουτρούλη και έτσι ο γάμος έγινε. Αν θα γίνει ή όχι ο γάμος, συζητιόταν για δεκαεφτά ολόκληρα χρόνια, και όταν επιτέλους έγινε, έγινε το ζήτημα της ημέρας. Στα στόματα των γυναικών και των περιέργων θα περιφερόταν αναμφίβολα η φράση «‘Έγινε του Κουτρούλη ο γάμος», όπου όλη η σπουδαιότητα έπεφτε στο ρήμα «έγινε».

Στα επόμενα χρόνια, η αναβίωση του εθίμου βασίστηκε στη θέληση των κατοίκων της Μεθώνης να γιορτάζουν τα Κούλουμα στον επιβλητικό εσωτερικό χώρο του κάστρου. Κάθε χρόνο ξετυλίγεται αυτή η ιστορία αγάπης και οι διάλογοι εμπλουτίζονται με θέματα από την επικαιρότητα και άφθονη σάτιρα.

Μετά την τέλεση του γάμου ακολουθεί γλέντι με πολύ χορό, κρασί και παραδοσιακά νηστίσιμα εδέσματα.

Το Κρέμασμα της Γριάς Συκούς

«Το Κρέμασμα της Γριάς Συκούς» είναι ένα έθιμο που αναβιώνει κάθε χρόνο στη Μεσσήνη και πρόκειται για την αναπαράσταση της δίκης και του απαγχονισμού μιας γερόντισσας, της Γριάς Συκούς, που κατά την παράδοση κρεμάστηκε στη συγκεκριμένη τοποθεσία με εντολή του Iμπραήμ Πασά. Φημολογείται ότι όταν στρατοπέδευσε ο Iμπραήμ στη Mεσσήνη, κατά την προσπάθειά του να καταπνίξει την εξέγερση των Ελλήνων, είδε ένα κακό όνειρο και ζήτησε να του φέρουν κάποιον να του το εξηγήσει. Έτσι τον επισκέφθηκε η Γριά Συκού και εξηγώντας το όνειρο του είπε πως θα πάθουν πανωλεθρία τα στρατεύματά του και ο ίδιος.

Αυτά που άκουσε δεν του άρεσαν καθόλου, διέταξε να την κρεμάσουν και κάπως έτσι φτάσαμε στο "Κρέμασμα της Γριάς Συκούς". Όσοι παρακολουθούν το δρώμενο «κινδυνεύουν» να κρεμαστούν και οι ίδιοι από τους δήμιους της ημέρας. Στη συνέχεια θα πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής με ενδιάμεση στάση καθοδόν.

Αλευρομουτζουρώματα

Στο Γαλαξίδι, την Καθαρή Δευτέρα παίζουν «αλευροπόλεμο». Αυτό το έθιμο διατηρείται από το 1801. Εκείνα τα χρόνια, παρόλο που το Γαλαξίδι τελούσε υπό την τουρκική κατοχή, όλοι οι κάτοικοι περίμεναν τις Αποκριές για να διασκεδάσουν και να χορέψουν σε κύκλους. 

Ένας κύκλος για τις γυναίκες, ένας για τους άντρες. Φορούσαν μάσκες ή απλώς έβαφαν τα πρόσωπά τους με κάρβουνο. Στη συνέχεια προστέθηκε το αλεύρι, το λουλάκι, το βερνίκι των παπουτσιών και η ώχρα. Στο μουντζούρωμα συμμετέχουν όλοι, ανεξαιρέτως ηλικίας.

Bλάχικος γάμος

Ο λεγόμενος πανελλήνια βλάχικος γάμος αποτελεί σήμερα από τις πλέον γνωστές λαογραφικές γιορτές αναπαράστασης παραδοσιακού γάμου της ελληνικής υπαίθρου. Η γιορτή αυτή περιλαμβάνεται στα έθιμα της Καθαρής Δευτέρας που τελείται ειδικότερα στη Θήβα και στο Δαφνί Λακωνίας.

Η γιορτή αυτή στην οποία τη νύφη υποδύεται άντρας και περιλαμβάνει διάφορα επιμέρους στάδια όπως ξύρισμα του γαμπρού, στόλισμα της νύφης, το παντρολόγημα κ.λπ., καταλήγοντας σε χορό και γλέντι των καλεσμένων, τελούνταν από παλαιότερα μείον όμως στη διάρκεια της κατοχής είχε διακοπεί. Κατά το 1950 όταν εκδηλώθηκε ένα έντονο ρεύμα στροφής των αστών στις ρίζες τους (φαινόμενο φολκλορισμού) μαζί με κάποιες άλλες γιορτές ξαναήρθε και αυτή η οποία και σημείωσε από την αρχή μεγάλη επιτυχία έτσι ώστε να καθιερωθεί σε ετήσια γιορτή.

Οι «Γέροι»

Με την αρχή του Τριωδίου και κάθε Σαββατοκύριακο των ημερών της Αποκριάς, το έθιμο του νησιού θέλει τον «γέρο» και την «κορέλα» να βγαίνουν στους δρόμους και να δίνουν μια ξεχωριστή εικόνα των ημερών.

Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, κάποτε στη Σκύρο ένας γέρος με τη γριά του είχαν λίγα κατσίκια. Όμως μια νύχτα του χειμώνα έπεσε στο βουνό χιόνι και άγρια παγωνιά και όλα τους τα ζώα πέθαναν. Απελπισμένος ο γέρος βοσκός ζώστηκε τα κουδούνια και τα τομάρια των πεθαμένων ζώων του και μαζί με τη γυναίκα του (κορέλα) κατέβηκαν μέχρι τη Χώρα. Οι χτύποι των κουδουνιών έφεραν στους συγχωριανούς το μήνυμα της καταστροφής. 

Ο Γέρος φοράει άσπρο μάλλινο παντελόνι, φαρδύ από το γόνατο και πάνω, (το τυπικό παντελόνι των βοσκών του νησιού), άσπρες κάλτσες που τις στερεώνει κάτω από το γόνατο με μαύρες καλτσοδέτες, σανδάλια με πλεχτά δερμάτινα λουριά και μαύρη κάπα, την οποία φοράει ανάποδα, ώστε το τριχωτό μέρος να είναι απ’ έξω. Μέσα από την κάπα στερεώνει κουρέλια στην πλάτη, που δημιουργούν μια ψεύτικη καμπούρα. Στη μέση του στερεώνει 2-3 σειρές κουδούνια, το βάρος των οποίων μπορεί να φτάσει και τα 50 κιλά. Τα κουδούνια δεν είναι όλα ίδια, άλλα είναι μικρά, άλλα μεγάλα με διαφορετικό σχέδιο και ήχο. Η μεταμφίεση ολοκληρώνεται με τη “μουτσούνα”, τη μάσκα δηλαδή, η οποία είναι ολόκληρο το τομάρι ενός μικρού κατσικιού και φοριέται με την τριχωτή πλευρά προς τα έξω. Όταν στερεωθεί καλά η μάσκα, η οποία έχει δυο μικρές τρύπες για μάτια, φοριέται η κουκούλα της κάπας. Στο τέλος, αφού βάλει και ένα ωραίο μαντίλι στο λαιμό, στολισμένο με τα πρώτα ανοιξιάτικα λουλούδια, ο Γέρος παίρνει τη γκλίτσα του και είναι έτοιμος!

Το έθιμο των Κουδουνοφόρων

Αμφιθεατρικά, στους πρόποδες της οροσειράς Βερτίσκου σε υψόμετρο 675 μ., βόρεια της λίμνης Βόλβη είναι χτισμένος ο Σοχός. Απέχει 52 χλμ από τη Θεσσαλονίκη και είναι Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Λαγκαδά. Εκεί τέτοιες μέρες ζωντανεύει το Καρναβάλι (Μέριο), συμπαρασύροντας ντόπιους και επισκέπτες.

Με τραγόμορφες στολές και κουδούνια σε όλο το σώμα τους, χορεύουν στους δρόμους και τις πλατείες από το άνοιγμα του Τριωδίου· η κορύφωση του τελετουργικού συντελείται την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς και την Καθαρά Δευτέρα.

Όταν οι μέρες πλησιάζουν και το μεράκι του Μέριου φουντώνει, βγάζουν οι Σοχινοί την ντουζίνα (τα κουδούνια) για να τα... ξεσκονίσουν. Τα φορούν γύρω από τη μέση τους και τα χτυπούν πάνω-κάτω στην αυλή του σπιτιού. Οι Σοχινοί γλεντάνε παρέες-παρέες ντυμένοι Μέριου σε όλη τη διάρκεια του Καρναβαλιού. Το κάνουν πρώτα για τους ίδιους και μετά για τους επισκέπτες.

Τα τραγούδια που λένε είναι σκωπτικά αλλά και πονεμένα: «Τι κακό έκανα ο καημένος μες σ’ αυτήν τη γειτονιά και με βγάλαν τ’ όνομά μου: ψεύτη, κλέφτη και φονιά! Αχ ντουνιά, κιαφέρ ντουνιά, μ’ εμένα μην πενιέσαι, δεν ήμουν εγώ που σε εγλένταγα και τώρα μ’ απαρνιέσαι».

Το Μπουρανί

Ίσως πρόκειται για το πλέον "προχωρημένο" έθιμο της Αποκριάς, που μπορεί να μας κάνει να κοκκινίσουμε από πουριτανισμό και αμηχανία αν είμαστε σεμνότυφοι και συντηρητικοί ή να μας κάνει να ξεκαρδιστούμε στα γέλια και να διασκεδάσουμε με την καρδιά μας, αν είμαστε άνετοι με τις σόκιν καταστάσεις.

Αυτό είναι το έθιμο του "Μπουρανί", που την Καθαρή Δευτέρα προσκαλεί μικρούς και μεγάλους στον Τύρναβο, σε ένα ξεφάντωμα κεφιού ,όπου μέσα από μια παράδοση από την αρχαία Ελλάδα, σπάει τα ταμπού, αναβιώνει τη Διονυσιακή λατρεία, και γιορτάζει την Αποκριά, αποθεώνοντας… τους φαλλούς! 

Επί της ουσίας, το "Μπουρανί" είναι η γιορτή του φαλλού, συμβολίζει την αναπαραγωγή και την ευτεκνία. Το έθιμο ορίζει (θα το διαπιστώσετε αν πάτε την Καθαρή Δευτέρα στον Τύρναβο) τους άντρες να κρατούν στα χέρια τους φαλλούς, σαν σκήπτρα, φτιαγμένα από ξύλο ή πηλό και να περιφέρονται στους δρόμους και τις πλατείες.

Οι ρίζες του εθίμου χάνονται στο χρόνο αλλά τα πρώτα στοιχεία για την τέλεση του εθίμου εμφανίζονται το 1898 και υπάρχουν δυο εκδοχές.

Η πρώτη αναφέρει ότι οι ρίζες του βρίσκονται στα αρχαία Ελλάδα και σε γιορτές όπως τα Διονύσια, τα Αφροδίσια και τα Θεσμοφόρια. Το ποτό έρεε άφθονο και οι "άσεμνες" πράξεις και συνευρέσεις εξυμνούνταν κατά τη διάρκεια των Βακχικών τελετών.

Η δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι οι Τυρναβίτες πήγαιναν στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία, σε μορφή πομπής, έστρωναν στο δρόμο διάφορα φαγητά και μια φιάλη σε σχήμα φαλλού με κρασί. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας "νικητής" ήταν αυτός που θα μεθούσε περισσότερο και "στεφόταν" από τους κατοίκους "Βασιλιάς της Αποκριάς".

Σύμβολο του Τυρναβίτικου καρναβαλιού ήταν και παραμένει ο φαλλός. Τεράστιες κατασκευές, σε διαφορετικά χρώματα, είτε από πηλό είτε από πλαστικό ή σε μορφή μπαλονιών "έντυναν" ανέκαθεν την εκδήλωση και τους εορτασμούς. Όσο κι αν προσπάθησαν κάποιοι να λογοκρίνουν το πανηγύρι, οι κάτοικοι αντιδρούσαν καις συνέχιζαν τους εορτασμούς και πρόσθεσαν την παρέλαση από μεγάλα άρματα, με θέματα εμπνευσμένα από τις παραδόσεις αλλά και από την επικαιρότητα. Όλες οι εκδηλώσεις κορυφώνονται την Καθαρή Δευτέρα. 

Tο έθιμο "Καλόγερος"

Tο έθιμο του Καλόγερου αναβιώνει όπως κάθε χρόνο τη Καθαρά Δευτέρα μετά την πρώτη Κυριακή της Αποκριάς στη Μελίκη Βέροιας. Πρόκειται για έθιμο των κατοίκων του Θρακικού χωριού Κωστί της Ανατολικής Θράκης, που εδώ και πολλά χρόνια αναβιώνει και στη Μελίκη.

Οι νέοι μετά από την ευλογία που παίρνουν από την εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, υπό τους ήχους παραδοσιακής μουσικής γυρίζουν τραγουδώντας στα σπίτια του χωριού ευχόμενοι καλή σοδειά για το νέο έτος.

Τέλος, φτάνουν στην πλατεία Δημαρχείου όπου παίρνουν την ευλογία από τις αρχές του τόπου και αμέσως μετά πέφτουν στο σιντριβάνι του χωριού χορεύοντας και πλένοντας το πρόσωπό τους.

Γενίτσαροι και Μπούλες

Το έθιμο Γενίτσαροι και Μπούλες (συναντάται και ως "Γιανίτσαροι και Μπούλες", σε πιο βαριά Ναουσαίικα) είναι ένα παραδοσιακό δρώμενο στη Νάουσα την περίοδο της αποκριάς. Ο χαρακτηριστικός ήχος του ζουρνά και το νταούλι, τους συνοδεύει σε κάθε τους βήμα, καθώς χορεύουν στους δρόμους της Νάουσας κατά ομάδες (μπουλούκια).

Το ιδιαίτερο αυτό έθιμο της αποκριάς, που δίνει έντονο παραδοσιακό χρώμα στο καρναβάλι της Νάουσας, χρονολογείται στον 18ο αιώνα, ενώ οι ρίζες του ανιχνεύονται σε γιορτές στην αρχαία Ελλάδα, σχετικές με τον θεό Διόνυσο.

Η μάσκα του Γενίτσαρου την περίοδο της αποκριάς στολίζει πολλά μπαλκόνια της Νάουσας. Χαρακτηριστικός είναι ο χαιρετισμός των Γενίτσαρων, ο οποίος σε αντίθεση με την συνηθισμένη χειραψία, κρατά σταθερό το χέρι και αναπηδά ολόκληρο το σώμα του. 

Το έθιμο του «Αγά»

Το έθιμο έχει τις ρίζες του στην τουρκοκρατία γύρο στα 1830-1840. Αποτελεί μία χλευαστική αναπαράσταση των Τούρκων «καδήδων», δηλαδή δικαστών της εποχής που με την πρώτη ευκαιρία τιμωρούσαν τους Χιώτες.

Την ημέρα της Καθαρής Δευτέρας, ο «Αγάς» εισβάλει στα Μεστά της Χίου και μαζί με την συνοδεία του, πιάνει θέση στην κεντρική πλατεία του χωριού. Και τότε, ξεκινά η «δίκη. Με ένα... πλαστικό ρόπαλο ο "Αγάς" μοιράζει τα πρόστιμα ανάλογα με το παράπτωμα του κάθε κατηγορουμένου διασκεδάζοντας το που γελά και αναρωτιέται ταυτόχρονα αν μετά είναι και η σειρά του. Ο Αγάς, καταδικάζει κάθε παρευρισκόμενο για τα «παραπτώματά» του και του επιβάλει ένα χρηματικό πρόστιμο, που πρέπει να πληρώσει.

Ο Δήμαρχος Χίου κ. Πολύδωρος Λαμπρινούδης και ο Αντιπεριφερειάρχης του νησιού κ.Κωνσταντίνος Γανιάρης τίμησαν με την παρουσία τους τις εορταστικές εκδηλώσεις της πόλης των Μεστών. Ο πρόεδρος των Μεστών και οι φιλόξενοι κάτοικοι ανέβασαν το κέφι με χορό παραδοσιακά σαρακοστιανά και μπόλικη σούμα.

Η δίκη που επιφύλαξαν οι ντόπιοι στο Δήμαρχος Χίου ήταν μία ευχάριστη στιγμή όπου τους δόθηκε η ευκαιρία να ακούσουν και να δεσμεύσουν τον ίδιο για τα έργα της νέας του θητείας. Αξίζει να σημειώσουμε ότι τα χρήματα από τα «πρόστιμα» συγκεντρώνονται υπέρ του Πολιτιστικού Συλλόγου του χωριού και κάθε χρόνο, οι εκδηλώσεις αλλά και τα κοινωφελή έργα, πληρώνονται από τα πρόστιμα του "Αγά". 

Το κλέψιμο της νύφης

Την Καθαρή Δευτέρα στην κεντρική πλατεία του Μελιδονίου, ο Πολιτιστικός Σύλλογος, σε συνεργασία με την τοπική κοινότητα αναβιώνει το έθιμο «το κλέψιμο της νύφης».

Η αφετηρία του εθίμου χάνεται στα βάθη του χρόνου, στην εποχή της τουρκοκρατίας και η διατήρηση του οφείλεται στον προφορικό λόγο. Οι ιδιοφυείς Μελιδονιώτες το «εφεύραν» για να διακωμωδήσουν και να χτυπήσουν τους Τούρκους χωρίς αντίποινα. Το έθιμο σατιρίζει τους Τούρκους όπου έβαζαν στο μάτι τις πιο όμορφες κοπέλες του χωριού και τις έπαιρναν για γυναίκες τους. Σατιρίζει και τον Τούρκο δικαστή ή Καντή όπου «εξέταζε» κάθε υποψήφια νύφη για την τιμιότητα – παρθενιά της. 

Στήνουν λοιπόν το γλέντι στην πλατεία του χωριού οι έξι αδελφοί της νύφης, ντυμένοι με παραδοσιακές κρητικές στολές, φορώντας μάσκες και κρατώντας βίτσες, μαζί με την μονάκριβη αδελφή τους ντυμένη νύφη. Παρακινούν τους παραβρισκόμενους να χορέψουν, όπου συμβολίζουν τους Τούρκους. Μπαίνουν στο χορό και προσπαθούν να κλέψουν την νύφη παίρνοντας την μαζί τους τρέχοντας. Οι κρητικοί- αδελφοί, τους προλαβαίνουν και τους χτυπούν με τις βίτσες. Οι επίδοξοι κλέφτες την αφήνουν και έτσι η νύφη επιστρέφει στον χορό. Αυτό επαναλαμβάνεται αρκετές φόρες. Κάποια στιγμή, κλέβεται από «γνωστούς» και επανεμφανίζεται έγκυος πια.

Αργότερα γεννάει, αλλά κανείς δεν γνωρίζει τον πατέρα του παιδιού. Πάνω σε γάιδαρο ο Καντής – Τούρκος δικαστής, κάνει την εμφάνιση του, για να αποφανθεί για το ποιος είναι ο πατέρας του παιδιού. Η νύφη τον βλέπει και εκφράζει την βεβαιότητα της, ότι αυτός είναι ο πατέρας του παιδιού της. Εκείνος στην αρχή δεν το αποδέχεται αλλά στην συνέχεια παραδέχεται την πατρότητα. Στην συνέχεια βγαίνουν οι μάσκες και αποδεικνύεται ότι τελικά ο Τούρκος δικαστής είναι Έλληνας μεταμφιεσμένος σε Τούρκο.

Το έθιμο ανελλιπώς αναβιώνει στο Μελιδόνι εδώ και 400 περίπου χρόνια από τους νέους του χωριού κάθε εποχής. 

Το διονυσιακό «Χέι»

Στην Αμφίκλεια, μια μικρή πόλη στους πρόποδες του Παρνασσού, γιορτάζουν τις Απόκριες με πολλούς τρόπους. Κεντρική δράση είναι το Χέι, μια μεγάλη φωτιά που στήνεται στην πλατεία και γύρω της εξελίσσεται γλέντι και χορός τρικούβερτος. Μία παρέα γίνονται ντόπιοι και επισκέπτες, απολαμβάνοντας γύρω από την καθαρτική λειτουργία της μεγάλης φωτιάς το κρασί, τους μεζέδες και την ντόπια παραδοσιακή ορχήστρα που τους καλεί σε διονυσιακή μέθεξη.

Τα αποκριάτικα έθιμα παντού στην Ελλάδα φανερώνουν παλιές λατρευτικές τελετές. Ο Διόνυσος είναι ο θεός που κατ' εξοχήν λατρευόταν στην Αμφίκλεια από αρχαιοτάτων χρόνων. Ο Παυσανίας μάς πληροφορεί πως στην αρχαία Αμφίκαια «έκαμαν όργια άξια τω Διονύσω». Το μαντείο της Αμφίκαιας ήταν από τα πιο σημαντικά μαντεία του Διονύσου, στους βόρειους πρόποδες του Παρνασσού. Σε αυτό το ιερό, μάλιστα, υπήρχε μυστική είσοδος για το «άδυτον», ενώ η θέση του εικάζεται πως βρισκόταν στην τοποθεσία Κλήδονας. Κληδών, άλλωστε, σημαίνει μαντείο ή λόγος μαντικός. Στους τόπους λατρείας του Διονύσου ανάβονταν φωτιές. Η θέση Κοκκινόβραχος της Αμφίκλειας είναι ένας από αυτούς τους τόπους λατρείας. Οι φωτιές που άναβαν, λοιπόν, για να τιμήσουν οργιαστικά τον Διόνυσο έρχονται ώς τις μέρες μας με αδιάλειπτη συνέχεια, πιστοποιώντας ζωντανή παρουσία πολλών εκατοντάδων χρόνων.

Όλες αυτές οι τελετές πέρασαν, ιδιαίτερα στα βυζαντινά χρόνια, μέσα από τη χριστιανική θρησκευτική παράδοση για να φτάσουν να επιβιώσουν και να εξελιχθούν. Στο πέρασμα των χρόνων, λοιπόν, και πριν από τη Σαρακοστή, με πυρήνα το Χέι, προστέθηκαν και άλλες αποκριάτικες δράσεις στην Αμφίκλεια. Μία από αυτές έχει τον τίτλο «Πάρτε το κ'δούνι σας κι ελάτε». Ένα πολύχρωμο ανθρώπινο ποτάμι ξεχύνεται στους δρόμους, κουνώντας κουδούνια και χορεύοντας με τη συνοδεία της πίπιζας και του νταουλιού.

Εκεί, όμως, που αποθεώνεται η ρουμελιώτικη παράδοση, είναι το κοντοσούβλι 120 μέτρων που στήνεται, ψήνεται και καταναλώνεται με άφθονο κρασί, ντόπιες πίτες και χορό. Όλα αυτά μέχρι την Κυριακή, γιατί την Καθαρά Δευτέρα υπάρχει η πατροπαράδοτη φασολάδα, που ετοιμάζεται σε μεγάλα καζάνια, με λαγάνα και σαρακοστιανά εδέσματα.

Ο καντής του Ρεθύμνου

«Εμίσεψεν η Αποκριά με λύρες και παιγνίδια, ήρθενε η σαρακοστή με ελιές χαλβά κρομμύδια. Απόκαμε ο καρνάβαλος η πλουμιστή κοπέλα, ξημέρωσε η σαρακοστή η λαχανοσκουτέλα. Με αυτή τη Μαντινάδα υποδέχονται στο Ρέθυμνο την καθαρή Δευτέρα και την περίοδο της νηστείας τη Σαρακοστή, αμέσως μετά τα γλέντια, τους χορούς, τα χρώματα και το αναγεννησιακό κλίμα που επικρατούσε όλη την προηγούμενη καρναβαλική περίοδο.  Καθαρά

Δευτέρα και όλα ξεκινούν με τη Νηστεία που ως «τραπεζομάντηλο απλώνεται» στο τραπέζι και τις υπαίθριες τάβλες που στήνονται για να υποδεχτούν τα σαρακοστιανά εδέσματα πριν και μετά την πραγματοποίηση των εθίμων της ημέρας. Μπορεί το πέταγμα του χαρταετού να κυριαρχεί στο Ρεθεμνιώτικο ουρανό πόλης και χωριών, όμως η γη, το χώμα, υποδέχονται ξεχωριστά έθιμα όπως η αρπαγή της νύφης, το μουτζούρωμα, η Καμήλα, ο Καντής. Στο Μελιδόνι Μυλοποτάμου, Στο Γεράνι, στους Αρμένους, στα Ανώγεια, στο Αμάρι, τα παιχνίδια και οι πλάκες συνάδουν με το έθιμο, όπου στην περίπτωση του Καντή του άρχοντα δηλαδή, που μπροστάρης με την ακολουθία του επισκέπτεται τα σπίτια και δίνει εντολές για το τι να κάνουν οι κάτοικοι. Παράλληλο έθιμο αυτό του εξομολόγου που συνταιριάζει με του Καντή αλλά αντί για άρχοντα υπάρχει ο ρόλος του Παπά. Έθιμο με λαϊκές δίκες και αστεία περιστατικά δίνουν ζωή σε παρέες, όπως η γαϊδουροκαβαλαρία όπου σε μία προσπάθεια τους οι παρέες ανταγωνίζονται σε δύναμη, αντοχή άλλων στις πλάτες τους και άφθονες πλάκες όταν η μακριά γαϊδούρα από ανθρώπους δεν αντέχει και πέφτει από χάμου εις χάμου όπως χαρακτηριστικά λένε στα χωριά. Έθιμο, όπως η αυτοσχέδια από ξύλα και κουβέρτες καμήλα, η οποία με τη βοήθεια κρυμμένων ανθρώπων κάνει τα δικά της στις παρέες και στο χωριό. Το μουτζούρωμα που δίνει χαρά και διάθεση σε μικρούς και μεγάλους που δε φοβούνται να λερωθούν και να τους μουτζουρώσουν οι άλλοι χωριανοί.

Το Έθιμο της Καμήλας στην Κάινα Χανίων

Ένα έθιμο μοναδικό, που έρχεται από τα βάθη των αιώνων, είναι αυτό της καμήλας που αναβιώνει κάθε Καθαρά Δευτέρα, στο Δημοτικό Διαμέρισμα της Κάινας του Δήμου Βάμου. Όλοι οι κάτοικοι της Κάινας αρχίζουν από πολύ νωρίς τις ετοιμασίες για την κατασκευή της καμήλας αλλά και του μουτζουρώματος. Από τις 8 το πρωί αρχίζουν οι προετοιμασίες. Τα παιδιά μαζεύονται σ' ένα σπίτι και βοηθάνε το ένα το άλλο για να φτιάξουν τις πρωτότυπες στολές. Οι ενήλικοι κάτοικοι που συμμετέχουν στην κατασκευή της καμήλας, μαζεύουν τα απαραίτητα υλικά από την προηγούμενη μέρα. Γύρω στις 10 το πρωί μαζεύονται σε ένα ανοιχτό χώρο για να την κατασκευάσουν. 

Η Καμήλα είναι ένα Διονυσιακό έθιμο και πρωτοεμφανίστηκε τον 19ο αιώνα. Κατασκευάζεται από μια ξύλινη σκάλα, δύο κοφίνια που αποτελούν τις δύο καμπούρες της καμήλας, μία παλέτσα (είδος νάιλον πανιού που χρησιμοποιείται για τη συλλογή του ελαιοκάρπου) και το σκελετό του κεφαλιού ενός γαϊδάρου. Στον ουρανίσκο του κεφαλιού τοποθετείται ένα καρούλι για να ανοιγοκλείνει το στόμα του με το τράβηγμα ενός σχοινιού. Στα μάτια του τοποθετούνται δύο μανταρίνια ζωγραφισμένα και ντύνεται με προβιές κουνελιών. Στην καμήλα μπαίνουν συνήθως τρεις άνθρωποι. Ένας κρατάει το κεφάλι στερεωμένο σε ένα ξύλο, και οι άλλοι δύο με τη βοήθεια των κοφινιών σχηματίζουν τις καμπούρες της.

Η καμήλα ξεκινάει τη βόλτα της από το ένα άκρο του χωριού και περνώντας από την πλατεία περιπαίζει τον κόσμο που έχει μαζευτεί εκεί. Όλοι οι κάτοικοι του χωριού ανεξαρτήτου ηλικίας, ντύνονται με πρωτότυπες αυτοσχέδιες στολές ακολουθώντας την καμήλα ως το σημείο του ξεφαντώματος. Την ακολουθούν επίσης γαϊδούρια, μασκαρεμένα και αυτά. Οι μεταμφιεσμένοι έχουν κρεμασμένα επάνω τους κυρίως λέρια προβάτων και προβιές ζώων. Το γλέντι συνεχίζεται μέχρι το βράδυ με τη συνοδεία παραδοσιακών μουσικών οργάνων.