Οι βασικοί λόγοι είναι η αδυναμία κάλυψης της γκάμας των προϊόντων, η αδυναμία κάλυψης της ζήτησης, το υψηλότερο κόστος και η αναποτελεσματική συνεργασία με τους προμηθευτές.
Όπως σημειώθηκε, τα πεντάστερα ξενοδοχεία έχουν 3 φορές μεγαλύτερη μέση δαπάνη σε προμήθειες ανά κλίνη από τα τετράστερα ξενοδοχεία.
Τα ξενοδοχεία, θέλουν να προμηθεύονται από εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, ωστόσο, τις ανάγκες τους τις καλύπτουν με εισαγόμενα προϊόντα λόγω διαρθρωτικών προβλημάτων του αγροτικού τομέα και της βιομηχανίας που συντελούν στην αδυναμία κάλυψης γκάμας προϊόντων, στο υψηλότερο κόστος σε σχέση με τα εισαγόμενα, στην αδυναμία κάλυψης της ζήτησης και στη χαμηλότερη ποιότητα.
Επίσης, το μεγαλύτερο μέρος των προμηθειών γίνεται από μεσάζοντες, οι οποίοι κυριαρχούν στη διακίνηση των αγροτικών προϊόντων. Συγκεκριμένα μόλις το 30,4% των προμηθειών σε νωπά εγχώρια προϊόντων πραγματοποιείται απευθείας από παραγωγούς,κάτι που επιβεβαιώνει την εξάρτηση από τους μεσάζοντες.
Ακόμη μεγαλύτερος είναι ο ρόλος των τρίτων/ενδιάμεσων στις προμήθειες. Στην επίπλωση, μόλις το 14,9% των προμηθειών γίνεται απευθείας από τους παραγωγούς. Υποχωρεί στο 6% στην περίπτωση των αναλωσίμων, αγγίζει το 6,6% στα αλκοολούχα ποτά, φθάνει στο 14,5% στα είδη ιματισμού, στο 13,8% στην περίπτωση των αναψυκτικών, χυμών, κ.α., στο 8,2% στα είδη κοσμητικής και στο 13,6% στα τυποποιημένα τρόφιμα.
Η μέση δαπάνη
Η μέση δαπάνη σε προμήθειες ανά ξενοδοχείο είναι 209.400 ευρώ, αλλά φτάνει στο 1 εκατ. ευρώ στα 5* και μειώνεται στις 17.200 ευρώ στα 1*. Ειδικότερα η μέση δαπάνη ανά κλίνη στα 5* αγγίζει τα 2300 ευρώ και υποχωρεί στα 500 ευρώ ανά κλίνη στα 1*. Σημειώνεται πως τρόφιμα, ποτά και νωπά προϊόντα καταλαμβάνουν σε όλες τις κατηγορίες ξενοδοχείων μέρος μεγαλύτερο των 2/3 της συνολικής αξίας των προμηθειών.
Σχετικά με τις προμήθειες:
Το 59% των ξενοδοχείων απάντησαν ότι οι προμήθειές τους σε αλκοολούχα ποτά, πλην οίνου, προέρχεται από την εγχώρια αγορά σε ποσοστό μόλις 0-10%.
Το 44,5% των επιχειρήσεων απάντησαν ότι οι προμήθειές τους σε τυποποιημένα τρόφιμα προέρχεται από την εγχώρια αγορά σε ποσοστό 75-100%.
Για 1 στις 2 ξενοδοχειακές μονάδες, ποσοστό 53,6%, οι προμήθειές τους σε αναψυκτικά, χυμούς, οίνους, κλπ προέρχεται σε ποσοστό 75-100% από την εγχώρια αγορά
Το 63,6% των επιχειρήσεων απάντησαν ότι οι προμήθειές τους σε φρέσκα και νωπά προϊόντα προέρχεται από την εγχώρια αγορά σε ποσοστό 75-100%.
Για 1 στις 4 ξενοδοχειακές μονάδες οι αγορές ειδών κοσμητικής προέρχεται από την εγχώρια αγορά σε ποσοστό μόλις 0-10%.
Αντιθέτως για το 55% του δείγματος απάντησε πως οι προμήθειες σε είδη επίπλωσης προέρχεται από την εγχώρια αγορά σε ποσοστό 75-100%
Ενώ στο 56,7% αγγίζει το ποσοστό του δείγματος που προμηθεύεται αναλώσιμα από την εγχώρια αγορά σε ποσοστό 75-100%.
Για ποιον λόγο δεν προτιμούνται τα εγχώρια προϊόντα
Υψηλότερο κόστος
Χαμηλότερη ποιότητα
Αδυναμία κάλυψης γκάμας προϊόντων
Αδυναμία κάλυψης ζήτησης
Περιορισμένο ή αναξιόπιστο δίκτυο διανομής
Συνεργασία με συγκεκριμένο brand από το εξωτερικό
Έλλειψη τυποποίησης
Έλλειψη πιστοποίησης
Αναποτελεσματική συνεργασία με παραγωγούς/ προμηθευτές (π.χ. καθυστερήσεις, λάθη στην παραγγελία, κτλ.)
Ακόμη, σύμφωνα με την έρευνα, oι στρεβλώσεις ή και η ανωριμότητα του κλάδου των ενδιάμεσων, προκαλούν δυσλειτουργία στις αλυσίδες αξίας (ενδοκλαδικά και διακλαδικά), η δυσχέρεια αυτή έχει αρνητικές επιπτώσεις στο ίδιο το προϊόν, στην αξία του κτλ. Επίσης η αποκοπή της «επικοινωνίας» της παραγωγής από την κατανάλωση δεν αφορά μόνο στη δυσλειτουργία του κλάδου των ενδιάμεσων.
Μεγάλο κενό καταγράφεται στις συνέργειες και στην άμεση ανταλλαγή πληροφόρησης των κλάδων. Ο αγροτικός τομέας δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες του κλάδου σε γκάμα, ποσότητα και τυποποίηση. Ο τομέας της βιομηχανίας τροφίμων αφενός χρησιμοποιεί εγχώριες πρώτες ύλες και αφετέρου έχει διείσδυση στον κλάδο του τουρισμού.
Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης, κυρίως ως προς την κάλυψη των αναγκών του κλάδου σε γκάμα, ποσότητα και πιστοποίηση. Στα επεξεργασμένα τρόφιμα και ποτά το ζήτημα της ποιότητας αξιολογείται ως ήσσονος σημασίας, ωστόσο τίθεται το ζήτημα της πιστοποίησης και της αναποτελεσματικής συνεργασίας με τους προμηθευτές.
Τα προϊόντα βιομηχανίας που αφορούν στον τουρισμό έχουν τη χαμηλότερη ανταπόκριση στον κλάδο, με πολύ μεγάλα περιθώρια βελτίωσης κυρίως σε θέματα ποιότητας και τυποποίησης. Η γενική εικόνα του κλάδου των logistics στην χώρα δεν είναι ανάλογη της στρατηγικής γεωγραφικής της θέσης, αλλά και των αναγκών της. Οι επιχειρήσεις αποθήκευσης και υποστηρικτικών υπηρεσιών μεταφοράς είναι λιγότερες από τις μισές των μεταποιητικών τροφίμων και ποτών και κατά κύριο λόγο δεν απασχολούν πάνω από 9 άτομα.
Τι προτείνεται
Όπως προκύπτει από τις ομάδες εργασίας οι δράσεις που χρειάζεται να προωθηθούν είναι:
Δημιουργία Κέντρων Agrologistics κεντρικά αλλά και περιφερειακά, κάτι που θα βοηθήσει στην διασύνδεση των κλάδων
Πιστοποίηση και τυποποίηση των προϊόντων και υπηρεσιών
Αποτελεσματική λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών σε ολόκληρο το φάσμα των κλάδων (ελληνοποιήσεις προϊόντων, αγορά εργασίας κλπ).
Χρηματοδοτικά εργαλεία για την διασύνδεση των κλάδων
Εκπαιδευτικά προγράμματα
Δημιουργία πρότυπων συνταγών γαστρονομίας (π.χ. τι πρέπει να περιέχει η χωριάτικη σαλάτα για να έχει αυτή την ονομασία)
Δημιουργία πιλοτικών δράσεων σε τοπικό επίπεδο με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
Προβολή της ελληνικής γαστρονομίας στους τουριστικούς προορισμούς, ώστε να αναγνωρίζετε σαν «προϊόν» υψηλής προστιθέμενης αξίας
ΑΠΕ-ΜΠΕ